Οι Ελιές Χαλκιδικής είναι επιτραπέζια ποικιλία που καλλιεργείται κυρίως στο Βόρειο τμήμα της Ελλάδας, κυρίως στην περιοχή της κεντρικής και δυτικής Χαλκιδικής και στο δυτικό τμήμα της Καβάλας. Συγκεκριμένες αναφορές για ελαιώνες στην Χαλκιδική υπάρχουν από το 1415. Ο καρπός αυτών των ελαιόδεντρων χρησιμοποιούνταν κυρίως για την παρασκευή βρώσιμων ελιών. Η αιτιώδης σχέση της Χαλκιδικής με την ελιά, ως παραγωγικό δένδρο και ως καρπός, υποστηρίζεται και με την από αιώνων καλλιέργεια και παραγωγή ελαιοκομικών προϊόντων στην περιοχή, με βάση τεκμηριωμένα ιστορικά στοιχεία αλλά και με τη διάσωση μέχρι σήμερα πλήθους λαογραφικών παραδόσεων.
Η ελιά στη Χαλκιδική, κατά τη διάρκεια τουλάχιστον των δύο τελευταίων αιώνων, αποτελεί σημαντικό σημείο αναφοράς, τόσο στην οικονομική ζωή, όσο και στην κοινωνική δραστηριότητα και πολιτιστική παράδοση των κατοίκων. Σήμερα η ελαιοκαλλιέργεια στην Χαλκιδική καλύπτει έκταση 310.000 στρ. με 5 εκατ. δένδρα και 19.000 παραγωγούς. Πρόκειται για το 1/3 της καλλιεργούμενης έκτασης του Νομού. Στην περιοχή της Ορμύλιας Χαλκιδικής περίπου χίλιες οικογένειες καλλιεργούν 32.000 στρέμματα.
Από τις επικρατούσες-γηγενείς ποικιλίες η ελιά Χαλκιδικής του είδους Olea Europea, γνωστή ακόμη και ως Χονδροελιά ή Γαϊδουρολιά (λόγω του μεγάλου σχετικά μεγέθους των καρπών της) καταλαμβάνει το 90% της παραγωγής επιτραπέζιας ελιάς. Η συγκομιδή πραγματοποιείται κατά το χρονικό διάστημα από 15 Σεπτεμβρίου μέχρι 10-15 Οκτωβρίου κάθε έτους, όταν ο καρπός είναι στο κατάλληλο στάδιο ωρίμανσης και έχει το επιθυμητό χρώμα, σύμφωνα με την παρακολούθηση της πορείας ωρίμανσης που εφαρμόζουν οι παραγωγοί και οι οργανώσεις τους.
Οι παραγωγοί συλλέγουν τους καρπούς με τα χέρια και μεταφέρουν το προϊόν στις μονάδες μεταποίησης. Με την παραδοσιακή μέθοδο συγκομιδής με τα χέρια εξασφαλίζεται η άριστη φυσική κατάσταση του ελαιόκαρπου και η επιτυχής περαιτέρω επεξεργασία του, όπως και με την χειρωνακτική διαλογή και γέμιση των ελιών εξασφαλίζεται ένα άριστο και αυθεντικό τελικό προϊόν. Οι καρποί πρέπει να είναι καθαροί από φύλλα, ξύλα και άλλες ξένες ύλες και να έχουν ομοιόμορφο πράσινο — πρασινοκίτρινο χρώμα, να μην έχουν χτυπήματα, αμυχές, προσβολές από έντομα και ασθένειες, φαγώματα από πουλιά κ.λπ.
Από το 2012 η Πράσινη Ελιά Χαλκιδικής έχει χαρακτηριστεί προϊόν Π.Ο.Π. γεγονός που βοήθησε στην καλύτερη ενημέρωση των παραγωγών, στην επέκταση της εφαρμογής συστήματος ολοκληρωμένης διαχείρισης του προϊόντος καθώς επίσης και στην αναλυτικότερη καταγραφή και έλεγχο της παραγωγής και της μεταποίησης.
Ο εξαγωγικός προσανατολισμός αρκετών από τις μονάδες έχει συντελέσει επίσης στο να διαδοθούν οι πράσινες ελιές Χαλκιδικής σε πολλές χώρες του εξωτερικού.
Η ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΕΛΙΑΣ
Η ωφελιμότητα του καρπού της ελιάς στον ανθρώπινο οργανισμό είναι ευρέως γνωστή και οφείλεται στα πλούσια θρεπτικά συστατικά του. Η μέση ενεργειακή τιμή της ελιάς είναι μεγαλύτερη των άλλων φρούτων και λαχανικών. Ο καρπός της ελιάς επεξεργασμένος, όπως προσφέρεται στο τραπέζι μας, περιέχει ελαιόλαδο και πρωτεΐνες με παρόντα όλα σχεδόν τα κύρια αμινοξέα, σάκχαρα, τανίνες, ανόργανα στοιχεία με βιολογική αξία για τον ανθρώπινο οργανισμό, όπως ο σίδηρος, το ασβέστιο, το κάλιο, το μαγνήσιο, ο φώσφορος και άλλα. Είναι αξιοσημείωτο ότι η περιεκτικότητα της ελιάς σε ασβέστιο είναι μεγαλύτερη από εκείνη των φρούτων και των λαχανικών, των κρεάτων, των ψαριών, του ψωμιού κτλ. Είναι ίση με την περιεκτικότητα σε ασβέστιο του γάλακτος της αγελάδας. Ο καρπός της ελιάς είναι θαυμάσια πηγή μονοακόρεστων λιπαρών οξέων και έχει σχετικά χαμηλή περιεκτικότητα σε συνολικά λιπαρά. Η ελιά παρέχει φυτικές ίνες και μέταλλα στον οργανισμό και είναι πηγή της βιταμίνης Ε, που είναι φυσικό αντιοξειδωτικό. Τέλος, η βρώσιμη ελιά είναι σημαντική πηγή βιταμίνης Α και ανοίγει την όρεξη, τονώνει και ωφελεί τον οργανισμό.
« Αν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις. »
~ Οδυσσέας Ελύτης